-
Στην τραγωδία;
Οι υποκριτές φορούσαν, τόσο για τους αντρικούς όσο και για τους γυναικείους ρόλους, έναν μακρύ χιτώνα που έφτανε ως τους αστραγάλους. Είχε μακριά στενά μανίκια, τις χειρίδες, που κατέληγαν στους καρπούς των χεριών. Ο «χειριδωτός» χιτώνας, όπως ονομάζεται, έδινε στους υποκριτές ηρωική εμφάνιση. Συγχρόνως, τα μανίκια κάλυπταν τα αντρικά χέρια των υποκριτών κάνοντας πιο πειστική την εμφάνισή τους στους γυναικείους ρόλους. Ο θεατρικός χιτώνας διέφερε από τον χιτώνα της καθημερινής ζωής κυρίως ως προς την ποικιλία των χρωμάτων και των διακοσμητικών μοτίβων. Πάνω από αυτόν οι υποκριτές φορούσαν συνήθως έναν μακρύ και φαρδύ μανδύα, το ιμάτιο. Το χρώμα και η διακόσμηση του κοστουμιού δήλωναν την κοινωνική τάξη, την καταγωγή και άλλα στοιχεία που αφορούσαν κάθε ρόλο.
Προς το τέλος των ελληνιστικών χρόνων, οι υποκριτές φορούσαν ένα παραγεμισμένο κοστούμι που μεγέθυνε τον όγκο του σώματος. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται με τις αλλαγές στην αρχιτεκτονική του αρχαίου θεάτρου και την καθιέρωση του λογείου, μίας υπερυψωμένης εξέδρας πάνω στην οποία εμφανίζονταν οι υποκριτές. Η απόσταση που τους χώριζε από τους θεατές ήταν πλέον μεγαλύτερη και έτσι προέκυψε η ανάγκη επιβλητικών κοστουμιών που φαίνονταν ακόμα και από τις τελευταίες σειρές του κοίλου.
Τα κοστούμια που φορούσαν τα μέλη του τραγικού χορού προσαρμόζονταν στο ρόλο που υποδυόταν ο χορός σε κάθε τραγωδία. Υπήρχαν αρκετές διαφοροποιήσεις ανάλογα με το φύλο, την ιδιότητα και την εθνικότητα. Το βασικό κοστούμι ήταν ένας χιτώνας, άλλοτε απλός και άλλοτε διακοσμημένος.
Μελανόμορφη κύλικα με σκηνή χορού γερόντων αρχαίου δράματος. Μέσα 4ου αι. π.Χ. Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών. -
Στο σατυρικό δράμα;
Οι υποκριτές φορούσαν κοστούμια παρόμοια με εκείνα της τραγωδίας. Διαφορετική ήταν η ενδυμασία του χορού, τα μέλη του οποίου ήταν μεταμφιεσμένα σε Σατύρους. Σύμφωνα με το μύθο, οι Σάτυροι ήταν δαίμονες της άγριας φύσης και συνοδοί του θεού Διονύσου. Οι χορευτές φορούσαν μία ολόσωμη εφαρμοστή φόρμα στο χρώμα του δέρματος και από πάνω ένα κοντό παντελόνι φτιαγμένο από δέρμα κατσίκας. Στο μπροστινό μέρος του παντελονιού ήταν στερεωμένο ένα δερμάτινο ομοίωμα φαλλού και στο πίσω μέρος του μία μακριά ουρά αλόγου. Στα έργα που οι Σάτυροι εμφανίζονταν ως κυνηγοί, θεριστές ή βοσκοί, γίνονταν οι απαραίτητες προσθήκες στο βασικό κοστούμι. Ο αρχηγός των Σατύρων, ο Παπποσιληνός, φορούσε έναν χιτώνα που έμοιαζε με προβιά ή είχε ολόκληρο το σώμα του καλυμμένο με δέρμα ζώου.
-
Στην κωμωδία;
Στην Αρχαία (486-400 π.Χ.) και στη Μέση Κωμωδία (400-320 π.Χ.) οι υποκριτές φορούσαν σε όλη τη διάρκεια της παράστασης μία ολόσωμη εφαρμοστή φόρμα στο χρώμα του δέρματος. Μέσα από αυτήν τοποθετούσαν το σωμάτιον, δηλαδή παραγεμίσματα στην κοιλιά και τα οπίσθια για να φαίνονται κωμικά παχουλοί. Πάνω από την ολόσωμη φόρμα φορούσαν το κοστούμι του ρόλου που υποδύονταν. Στους αντρικούς ρόλους εμφανίζονταν με έναν κοντό χιτώνα ή ένα κοντό πανωφόρι. Το μήκος του κοστουμιού άφηνε να φαίνεται ένας δερμάτινος τεχνητός φαλλός.
Για τους γυναικείους ρόλους φορούσαν έναν μακρύ χιτώνα και από πάνω ένα ιμάτιο που μπορούσαν να το σηκώνουν ψηλά στον αυχένα. Το κοστούμι των γυναικείων ρόλων δεν είχε σχεδόν καμία διαφορά από τα καθημερινά ρούχα των γυναικών εκείνης της εποχής. Όμως τα παραγεμίσματα κάτω από το κοστούμι δημιουργούσαν μια αστεία εικόνα. Στα κοστούμια του χορού της Αρχαίας Κωμωδίας υπήρχε μεγάλη ποικιλία, ενώ πολύ συχνοί ήταν οι ζωόμορφοι χοροί με κοστούμια που θύμιζαν ζώα ή έντομα.
Στις παραστάσεις της Νέας Κωμωδίας (320-200 π.Χ.) οι υποκριτές δεν φορούσαν παραγεμίσματα και ο κοντός χιτώνας στους αντρικούς ρόλους αντικαταστάθηκε από έναν μακρύ χιτώνα, παρόμοιο με εκείνον της καθημερινής ζωής. Άλλωστε οι χαρακτήρες των έργων ήταν κυρίως καθημερινοί άνθρωποι.
Κρατήρας με σκηνή κωμωδίας. Απεικονίζει δύο μάγειρες να δέχονται επίθεση από χήνες. 380-370 π.Χ., Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. -
Πώς ήταν τα θεατρικά υποδήματα;
Το κοστούμι της τραγωδίας και του σατυρικού δράματος συμπλήρωναν οι μπότες από μαλακό δέρμα που έφταναν μέχρι το μέσο της κνήμης. Επειδή δεν είχαν σόλα, κάθε μία μπορούσε να φορεθεί τόσο στο δεξί όσο και στο αριστερό πόδι. Ήταν αρκετά φαρδιές και ευλύγιστες, ενώ το πάνω μέρος τους μπορούσε να διπλωθεί προς τα έξω. Η μύτη τους ήταν συχνά ανασηκωμένη ώστε οι υποκριτές να κινούνται πιο εύκολα αλλά και να περιορίζεται ο θόρυβος των βημάτων τους. Σύμφωνα με τις πηγές, τα υποδήματα αυτά ονομάζονταν κόθορνοι. Συνήθως οι κόθορνοι ταυτίζονται με τα θεατρικά υποδήματα που είχαν πολύ ψηλή σόλα. Η αλλαγή όμως αυτή έγινε στα ελληνιστικά χρόνια, όταν οι δερμάτινες μπότες αποκτούσαν σταδιακά όλο και πιο ψηλή σόλα. Βασικός σκοπός ήταν να φαίνονται καλύτερα οι υποκριτές από το λογείο. Στη ρωμαϊκή εποχή οι σόλες των κοθόρνων έγιναν υπερβολικά ψηλές, με αποτέλεσμα οι υποκριτές περισσότερο να ισορροπούν πάνω σε αυτές παρά να περπατούν.
Στην κωμωδία δεν υπήρχαν ειδικά υποδήματα. Οι υποκριτές εμφανίζονταν ξυπόλητοι κυρίως στις σκηνές που εκτυλίσσονταν σε εσωτερικούς χώρους. Στις υπόλοιπες σκηνές που διαδραματίζονταν εκτός σπιτιού φορούσαν τις εμβάδες, χοντρά δερμάτινα υποδήματα που έκλειναν ψηλά και συνήθως τα φορούσαν οι άντρες για τις εργασίες τους.
Πήλινη κούκλα που φορά θεατρικό προσωπείο και κοθόρνους, 1ος αι. π.Χ., Αρχαιολογικό Μουσείο Δήλου.